Baby Blue
"Πριν τρία χρόνια δολοφονήθηκε ο μπαμπάς μου. Δηλαδή, δεν ήταν πραγματικός μου πατέρας, αλλά αυτός με πήρε από το ορφανοτροφείο. Ήρθε, με πήρε -ήμουν τριών και ήδη έβλεπα ελάχιστα- και με μεγάλωσε. Οπότε, αυτός ήταν ο μπαμπάς μου. Τον βρήκαν τρυπημένο από τις σφαίρες. Πριν τον σκοτώσουν, τον είχαν βασανίσει".
Ένα πανέμορφο τυφλό κορίτσι με εκπληκτικές ταχυδακτυλουργικές δεξιότητες και ο θετός πατέρας της παίζουν στους δρόμους της Αθήνας ένα σκετς του Σαρλό και μένουν στον λόφο του Φιλοπάππου. Όταν θα γίνουν στόχος αδίστακτων εκτελεστών, ένας ισχυρός άνθρωπος του δρόμου αποφασίζει να προστατέψει το κορίτσι και παίρνει ένα τηλέφωνο. Το τηλέφωνο το σηκώνει ο Στράτος Γαζής, ο καλύτερος επαγγελματίας φροντιστής στην Αθήνα - σιχαίνεται να τον λένε δολοφόνο. O Στράτος αντιμετωπίζει μια πολύ μεγάλη κρίση στη σχέση του με τη Μαρία, τον έρωτα της ζωής του, που είναι έγκυος και έχει αμφιβολίες αν μπορεί να κρατήσει το παιδί, με τους κινδύνους που συνοδεύουν τη ζωή που έχουν επιλέξει. Αλλά όσο περισσότερο ο Στράτος γνωρίζει τη Νάστια, τόσο νιώθει πως πρέπει να προστατέψει αυτό το κορίτσι, πως πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να την κρατήσει ζωντανή. Την ίδια ώρα, ο κολλητός φίλος και ερωτικός αντίζηλος του Στράτου, ο Κώστας Δράγκας, νούμερο ένα αστυνομικός του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής, έχει μόλις αναλάβει μια υπόθεση που σιχαίνεται και, ως συνήθως, έχει ξεκινήσει πόλεμο με όλα τα μέσα ενημέρωσης που δεν μπορούν να του πάρουν κουβέντα. Αυτό που οι δύο φίλοι δε γνωρίζουν είναι ότι οι υποθέσεις τους συνδέονται. Ότι τα επιχειρηματικά συμφέροντα πίσω από τους κυνηγούς της Νάστιας είναι μεγαλύτερα απ’ όσο μπορούν να φανταστούν. Ότι η λύση του μυστηρίου ίσως να βρίσκεται καλά κρυμμένη στην υπόθεση μιας διάσημης ταινίας. Και ότι, όταν τελειώσει αυτή η ιστορία, τίποτα στην προσωπική τους ζωή δε θα είναι πια το ίδιο.
Της Αγγελικής Κατσιμάρδου:
Είχα
την τύχη να βρεθώ στην παρουσίαση του βιβλίου του «Baby Blue» του Πολυχρόνη Κουτσάκη και μου έκανε
εντύπωση η όλη παρουσίαση, ο τρόπος που ανέλυσαν το βιβλίο οι ομιλητές και πως
με έκαναν να αναθεωρήσω τις απόψεις μου για το αστυνομικό βιβλίο. Είδα το θέμα
από μια άλλη οπτική, που με εξίταρε και με έβαλε στην διαδικασία να διαβάσω το
συγκεκριμένο βιβλίο.
Το
πρώτο πράγμα που θα προσέξει κανείς στο βιβλίο είναι η πένα του συγγραφέα.
Στρωτή, διεισδυτική, ωμή – όσο πρέπει – αναλυτική, με χιούμορ και καυστική.
Έχει όλα αυτά τα στοιχεία και στην σωστή ποσότητα. Ενώ διαβάζουμε ένα
αστυνομικό μυθιστόρημα και ο συγγραφέας
θα έπρεπε να μας παρουσιάζει μόνο με τα τεκταινόμενα της υπόθεσης, κάνει
και φιλοσοφικές αναζητήσεις, ασχολείται με την ανθρώπινη ύπαρξη και κάνει μια
εξαιρετική ανάλυση της ψυχοσύνθεσής της. Μας «περπατάει» στα σοκάκια της Αθήνας
και μας δείχνει και άλλες εικόνες, που είναι άγνωστες στο περισσότερο κοινό ή
μας δείχνει με «άλλο μάτι» εικόνες που βλέπουμε καθημερινά και προσπερνάμε,
χωρίς να δίνουμε σημασία ή να αναλύουμε περισσότερο απ’αυτό που βλέπουμε.
Ο
ήρωάς μας είναι ένας «φροντιστής», όχι ένας επαγγελματίας δολοφόνος. Ο ίδιος
δηλώνει πως δεν είναι δολοφόνος. Προτού αναλάβει μια υπόθεση, ερευνά και εάν το
υποψήφιο θύμα είναι ένα απόβρασμα, τότε την
αναλαμβάνει. Αυτό και μόνον λέει πολλά. Κατά την άποψή μου ο Πολυχρόνης
Κουτσάκης έχει μια συγκεκριμένη αντίληψη για τον κόσμο και αυτή είναι ότι με
την απουσία κάποιων συγκεκριμένων ανθρώπων ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος.
Από
τα δύσκολα θέματα, που ασχολείται το βιβλίο είναι αυτό της παιδεραστίας, αλλά
δεν το ανάγει στο κυρίως θέμα και κάνει μόνον απλές αναφορές. Όπως επίσης και
το θέμα των διεμφυλικών προσώπων. Ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες, στην
παρέα του Στράτου, είναι ένα τέτοιο πρόσωπο,
αυτό όμως δεν τον κάνει λιγότερο άνθρωπο, με επιθυμίες, συναισθήματα και θέλω.
Ο
συγγραφέας, επίσης, ασχολείται και με ένα θέμα δύσκολο, μοναδικό, που δεν
βλέπεις σε άλλα βιβλία, που δεν γίνονται τόσο εκτεταμένες αναφορές και, σε
καμμιά περίπτωση, δεν είναι πρωταγωνιστές: τους άστεγους. Οι ήρωες αυτού του
βιβλίου είναι άστεγοι. Και ο δολοφονημένος, του οποίου καλείται ο «φροντιστής»
Στράτος Γαζής να ανακαλύψει τους δολοφόνους, αλλά και η μικρή Νάστια, η θετή
κόρη του δολοφονημένου, που ο Στράτος παίρνει υπό την προστασία του, μετά την
απόπειρα που γίνεται εναντίον της. Στο παιχνίδι μπαίνει και ο παιδικός φίλος
του Στράτου, ο αστυνομικός Κώστας Δράγκας, που ερευνά μια άλλη υπόθεση. Μόνο
που στην πορεία ανακαλύπτουν ότι οι δύο υποθέσεις ταυτίζονται.
Ο συγγραφέας
επιλέγει να ασχοληθεί με τον κόσμο των αστέγων και το κάνει πολύ καλά. Μας
βάζει μέσα στην ψυχοσύνθεσή τους, μας δείχνει τον κόσμο μέσα από τα μάτια τους,
μας φανερώνει την σκέψη τους, τα θέλω τους και τον λόγο που κατέληξαν στον
δρόμο. Η έκπληξη είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν θέλουν να γυρίσουν
πίσω και αναρωτιέμαι, εάν αυτό είναι αλήθεια και ο συγγραφέας όντως μίλησε με
μαζί τους. Σε κάθε περίπτωση, με έκανε να δω κι εγώ με «άλλο μάτι» τους
ανθρώπους αυτούς και να τους προσέξω περισσότερο. όποτε περνώ δίπλα από έναν
άστεγο, αυτομάτως μου έρχεται στον νου το βιβλίο και οι κουβέντες που έκανε
μαζί τους ο Στράτος.
Ένα
βιβλίο ανάλαφρο μέσα στην βαρύτητά του, που δεν στερείται άνεσης και χιούμορ.
Έχει την περιπέτειά του, έχει τους θανάτους του, αλλά και τις αστείες στιγμές
και τις προσωπικές. Ένα βιβλίο που δεν ρίχνει όλο του το βάρος στην περιπέτεια
και το μυστήριο, αλλά ισορροπεί εξαιρετικά ανάμεσα στο αστυνομικό και το
κοινωνικό. Άλλωστε, όπως έμαθα από ανθρώπους που γνωρίζουν καλά τα βιβλία
μυστηρίου, είναι τα ενδεδειγμένα βιβλία για να κάνεις κοινωνική κριτική, να
αναλύσεις ιδέες, τάσεις και να ψυχογραφήσεις ανθρώπους.
Και
τείνω να συμφωνήσω μαζί τους!
0 σχόλια:
Post a Comment